Τη χρησιμότητα του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων που υλοποιείται τα τελευταία χρόνια στη Θράκη, αμφισβήτησαν τα μέλη του Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε. Ροδόπης, με αποτέλεσμα να υπάρξει εκτενής απάντηση από την πλευρά της επιστημονικής υπεύθυνης Άννας Φραγκουδάκη.
Μετά από επιστολή
του Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε.
προς καθηγητές που συμμετέχουν στο πρόγραμμα και άλλους φορείς της
εκπαίδευσης, η κ. Φραγκουδάκη απέστειλε την απάντησή της στους ίδιους
παραλήπτες και τα Μ.Μ.Ε.
Σε αυτήν, αναλυτικά αναφέρεται:
«Κυρία και κύριοι συνάδελφοι του Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε.
Ροδόπης.
Σας απευθύνομαι ως επιστημονική υπεύθυνη του Προγράμματος
για την Εκπαίδευση των Παιδιών της
Μουσουλμανικής Μειονότητας της Θράκης, έχοντας μόλις διαβάσει την
ανακοίνωση του Δ.Σ. σας που κοινοποιήθηκε 9/11 στα σχολεία της περιοχής.
Οι υπεύθυνοι του προγράμματος είμαστε εμβρόντητοι από τα
περιεχόμενά της, και σε πλήρη αδυναμία να κατανοήσουμε πώς είναι νοητό το Δ.Σ.
της Ε.Λ.Μ.Ε. Ροδόπης, μέσα στα όσα πολλά και μεγάλα προβλήματα αντιμετωπίζει η
εκπαίδευση και η χώρα, θεωρεί ξάφνου συνδικαλιστική του προτεραιότητα αυτή την
ασύστατη δημόσια εξύβριση του προγράμματος και των στελεχών του.
(α) Η ανακοίνωση του Δ.Σ. σας
ισχυρίζεται ότι το πρόγραμμα είναι «ξεκάθαρα αποτυχημένο», επειδή επιδιώκει (!)
τη διαιώνιση του αναλφαβητισμού («τα εκπαιδευτικά» αποτελέσματα του πανάκριβου
προγράμματος... είναι απλώς η διαιώνιση του παντελούς λειτουργικού
αναλφαβητισμού των μειονοτικών μαθητών μας (μήπως όμως είναι άραγε τελικά και
το ζητούμενο;)». Η αφοριστική ύβρις στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε μια
αβάσιμη φράση περί ανάμιξης μαθητών σε μαθήματα, και αποσιωπά: το πλήθος
βιβλίων και ηλεκτρονικών υλικών για την εκμάθηση της ελληνικής, τις εκατοντάδες
το χρόνο ώρες επιμόρφωσης εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, τα μαθήματα
ενίσχυσης της ελληνικής σε δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, καθώς και στα 10
Κέντρα ελληνομάθειας του προγράμματος, τα αντίστοιχα θερινά μαθήματα σε μαθητές
δημοτικού και μετεξεταστέους, τέλος, τις κινητές μονάδες ελληνομάθειας και τις
θερινές κατασκηνώσεις.
(β) Η ανακοίνωση του Δ.Σ. σας,
περιοριζόμενη περιέργως στο λύκειο, χωρίς καμία αναφορά στο γυμνάσιο, αξιολογεί
άθλιο επίπεδο των μαθητών της μειονότητας, αναφέρει ως «τεκμήριο» την
«εκκωφαντική αποτυχία στις πανελλήνιες», και αποδίδει την ευθύνη στο μειονοτικό
καθεστώς των δημοτικών και στο πρόγραμμα.
Για το εκπαιδευτικό επίπεδο των
μαθητών όμως, κύριοι συνάδελφοι, πρώτος και κύριος υπεύθυνος είναι το σχολείο.
Στη δευτεροβάθμια, οι συντριπτικά περισσότεροι μαθητές φοιτούν σε δημόσια γυμνάσια
και λύκεια. Εάν πράγματι όπως ισχυρίζεστε, οι μαθητές λυκείου (και μάλιστα
γενικευτικά «οι» μαθητές, δηλαδή όλοι οι μαθητές) δεν ξέρουν «στοιχειώδη
ελληνικά» και «αγνοούν ακόμα και την προπαίδεια», η ευθύνη σας ως εκπροσώπων
των καθηγητών όλης της δευτεροβάθμιας δεν είναι άραγε να εισηγηθείτε τρόπους
βελτίωσης της εκπαίδευσής τους στα σχολεία των οποίων εκπροσωπείτε το σώμα των
εκπαιδευτικών; Αντί γι' αυτό κάνετε προτάσεις που η εφαρμογή τους αφορά την
εξωτερική πολιτική της χώρας, προσθέτοντας ότι φταίει το πρόγραμμα.
Σας
επισημαίνουμε ότι το πρόγραμμα δεν
υποκαθιστά την κρατική εκπαίδευση. Είναι απλώς βοηθητικό στο ομολογουμένως
δύσκολο έργο των εκπαιδευτικών. Προσφέρει μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας που
δεν μπορεί σήμερα να προσφέρει η πολιτεία, σε δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια,
μαθήματα ελληνομάθειας στα δέκα Κέντρα του προγράμματος και με τα τέσσερα
κινητά Κέντρα. Ακόμη, μολονότι το πρόγραμμα δεν θεωρεί δικαιοδοσία του την
εξωτερική πολιτική αλλά την εκπαίδευση, κάνει επίσης πολλές δράσεις
κοινωνικοποίησης, με στόχο την ελληνομάθεια και την ένταξη της μειονότητας.
Π.χ. στα Κέντρα του κάνει δημιουργικές δραστηριότητες νέων (συχνά σε μικτές με
την πλειονότητα ομάδες), καθώς και μικτές θερινές κατασκηνώσεις, επαγγελματικό
προσανατολισμό των μαθητών, μαθήματα ελληνικών σε γονείς, ενώ οι κινητές του
μονάδες, εκπροσωπώντας το υπουργείο Παιδείας ως θεσμό της ελληνικής πολιτείας,
ταξιδεύουν 7 μέρες την εβδομάδα και μεταφέρουν τη σύγχρονη τεχνολογία διδάσκοντας ελληνικά με φορητούς Η/Υ στους
μακρινούς και απομονωμένους μειονοτικούς οικισμούς. Όλα τούτα, για
παράδειγμα, παρακολούθησαν με επιτυχία τη σχολική χρονιά 2011-2012 από τον Οκτώβριο
έως τέλος Αυγούστου συνολικά 6.928 παιδιά
της μειονότητας από την ηλικία νηπιαγωγείου έως λυκείου. Όσο για
την «εκκωφαντική αποτυχία στις πανελλήνιες», σας ενημερώνουμε ότι οι εισακτέοι στην τριτοβάθμια φέτος ήταν
σχεδόν 500 (493).
(γ) Η ανακοίνωση του Δ.Σ. σας
αποδίδει στους υπευθύνους του προγράμματος «θριαμβολογίες» για τη μείωση της
σχολικής διαρροής και ισχυρίζεται ότι αυτή οφείλεται σε άλλους παράγοντες, από
την αστικοποίηση έως τη βελτίωση του οδικού δικτύου και την ποσόστωση. Αποσιωπάτε
το μέγεθος της διαρροής. Το ποσοστό που
δεν ολοκλήρωνε το υποχρεωτικό γυμνάσιο ήταν το 2000 πάνω από 65% του συνόλου
των μαθητών. Όσο για τους παράγοντες της αλλαγής, βεβαίως βοήθησε η
βελτίωση των δρόμων κ.τ.λ., ενώ η
ποσόστωση χωρίς καμιά αμφιβολία έπαιξε ρόλο καθοριστικό. Όμως, πρώτον, οι
αλλαγές είναι σχεδόν θεαματικές. Από το
1997 στο 2010 η πρόσβαση στο γυμνάσιο αυξήθηκε κατά 163% (από 1.501 οι μαθητές
έγιναν 2.750) και στο λύκειο κατά 402% (από 547 οι μαθητές έγιναν 2.750). Η
συμμετοχή των κοριτσιών πλησίασε τον εθνικό μέσο όρο: από 611 τα κορίτσια στο
γυμνάσιο έγιναν 1.513 και στο λύκειο από 310 έγιναν 756. Δεύτερον, ο
καθένας κατανοεί (και οι εκπαιδευτικοί καλύτερα απ' όλους) ότι η ποσόστωση, που
επέδρασε καθοριστικά στη μεγάλη αύξηση εγγραφών στη δευτεροβάθμια, δεν μπορούσε
από μόνη της να βελτιώσει την επίδοση, ώστε να ολοκληρώνουν οι μαθητές το
γυμνάσιο στο οποίο αποτύγχαναν σε υψηλότατα ποσοστά ιδίως στην Α΄ τάξη, ακόμα
λιγότερο να ολοκληρώνουν το λύκειο.
(δ) Η ανακοίνωση του Δ.Σ. αποδίδει
στους υπευθύνους του προγράμματος «πανηγυρική αμετροέπεια» για τα δήθεν
«εντυπωσιακά αποτελέσματα της εκπαιδευτικής δραστηριότητας» σε συνέδριο στην
Κομοτηνή τον Οκτώβριο 2012. Εδώ ειλικρινά μην έχοντας τι να πούμε, σας
παραπέμπουμε απλώς στους μεγάλους αριθμούς εκπαιδευτικών ανά ημέρα που το
παρακολούθησαν, στα θετικά σχόλια εκπαιδευτικών ιθυνόντων, σχολικών συμβούλων
και εκπροσώπων συλλόγων εκπαιδευτικών που παρέστησαν, στα πολλά και πολύ θετικά
σχόλια του συνόλου σχεδόν του τοπικού τύπου, με παράλληλη την πλήρη απουσία
αρνητικών σχολίων.
(ε) Η ανακοίνωση του Δ.Σ. σας γράφει
ότι το πρόγραμμα «συνεχίζει εντελώς ανεξέλεγκτο εδώ και 15 χρόνια...χωρίς καμία
απολύτως έρευνα να έχει πραγματοποιηθεί για τα (όποια) ποιοτικά του
αποτελέσματα». Τελείως αντίθετα με αυτό τον αστήριχτο ισχυρισμό, το πρόγραμμα
είναι γνωστό ότι έχει αξιολογηθεί από υπηρεσίες του υπουργείου διάφορων
κυβερνήσεων πολλές φορές και από εξωτερικό ανεξάρτητο φορέα, ενώ κατά τη
διάρκεια της λειτουργίας του λογοδοτεί και ελέγχεται ανά μήνα για την εφαρμογή
του έργου και ανά εξάμηνο για την οικονομική διαχείριση.
(στ) Τέλος, η ανακοίνωση του Δ.Σ. σας
κατηγορεί το πρόγραμμα ότι διδάσκει την τουρκική σε εκπαιδευτικούς, «για λόγους
εντελώς άσχετους προς τους στόχους του», ενώ «υπάρχουν τα φροντιστήρια». Σας ενημερώνουμε
ότι η ελλιπής έως ελλιπέστατη γνώση της ελληνικής με την οποία ολοκλήρωναν το
δημοτικό στο σύνολό τους τα παιδιά της μειονότητας, εκτός από τα αίτια που
γνωρίζετε, είχε ειδικά για τους τουρκόφωνους μαθητές που αποτελούν το
μεγαλύτερο ποσοστό, άλλο ένα βασικό αίτιο. Τα τουρκόφωνα παιδιά κάνουν στα
ελληνικά λάθη που μοιάζουν στα μάτια των δασκάλων τους τόσο ακατανόητα μεγάλα,
ώστε χάνουν κάθε προσδοκία, πράγμα που αντανακλά στα παιδιά και μειώνει τα
αποτελέσματα. Αυτό οφείλεται στις πολύ
μεγάλες διαφορές που έχει από την ελληνική η τουρκική γλώσσα γιατί δεν είναι
ινδοευρωπαϊκή αλλά αλταϊκή. Έπαιξε και παίζει σπουδαίο ρόλο η εξοικείωση
των εκπαιδευτικών με τις μεγάλες διαφορές που έχει η τουρκική από τις
ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Δίνει στους εκπαιδευτικούς την ικανότητα να
αναγνωρίζουν στο κάθε λάθος του μαθητή την τάση (κοινή σε κάθε άνθρωπο στον
κόσμο που μαθαίνει μια δεύτερη γλώσσα) να εφαρμόζει ασυνείδητα τη σύνταξη της
μητρικής του. Η γνώση αυτή έχει άριστα αποτελέσματα γιατί αφενός ερμηνεύει το λάθος,
αφετέρου επιτρέπει στον εκπαιδευτικό να διακρίνει παρά το λάθος τα όσα έχει ήδη
μάθει ο μαθητής και έτσι να συνεχίζει να έχει προσδοκίες καλής επίδοσης. Αυτή
τη σημασία κατανόησης της μαθησιακής πορείας των μαθητών και τα καλά της
αποτελέσματα την αναγνωρίζουν πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί, γι' αυτό έχει τόση
ζήτηση η εξοικείωση με τη δομή της τουρκικής που προσφέρει το πρόγραμμα.
Με βάση όλα τα
παραπάνω, κυρία
και κύριοι συνάδελφοι, και με δεδομένο ότι οπωσδήποτε θα συμφωνείτε με την αρχή
ότι ένα θεσμικό όργανο όπως η Ε.Λ.Μ.Ε. είναι υποχρεωμένο να σέβεται τη
δεοντολογία και να στηρίζει τη δημόσια γνώμη του σε αντικειμενικά δεδομένα,
παρακαλώ όλα τα μέλη του ΔΣ να απαντήσετε στα ακόλουθα δύο ερωτήματα:
(α) σε ποια στοιχεία και τεκμήρια
στηρίζετε τους ακραίους αρνητικούς αφορισμούς για το πρόγραμμα; και
(β) ποια είναι τα κριτήρια που
θεωρείτε ότι έδωσαν στα 7 μέλη του Δ.Σ. σας το δικαίωμα να εκφέρει επισήμως με
τη σφραγίδα σας και δημόσια τους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τα στελέχη του
προγράμματος μέλη των πανεπιστημίων Αθηνών, Θράκης, Θεσσαλονίκης, Πατρών,
Κρήτης και Αιγαίου, για τους 258 εκπαιδευτικούς Α΄θμιας και Β΄θμιας συναδέλφους
σας στη Θράκη που εργάζονται και πιστεύουν στο πρόγραμμα και τέλος για το
πρόσωπό μου.
Με τιμή,
Άννα Φραγκουδάκη
Ομότιμη καθηγήτρια πανεπιστημίου Αθηνών»
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου